«Η επιστολή του Ζαν-Πολ Σαρτρ προς τη Σουηδική Ακαδημία, στην οποία τον ενημέρωσε ότι θα απέρριπτε το βραβείο Νόμπελ αν του προσφερόταν, ήρθε αφού η επιτροπή είχε ήδη απονείμει το βραβείο στο Γάλλο υπαρξιστή. Ο Σαρτρ ανακηρύχθηκε νικητής το 1964, και η ακαδημία τον επαίνεσε για το έργο του, που διαθέτει πλούτο ιδεών και πνεύμα ελευθερίας και αναζήτησης αλήθειας.
Ο Σαρτρ, αναγνωρίσιμος για τις πολιτικές του θέσεις και την κοινωνική του δραστηριότητα, αρνήθηκε να δεχθεί οποιοδήποτε βραβείο, επικαλούμενος την ανάγκη του συγγραφέα να μην αποκτήσει θεσμικό κύρος. Η δήλωσή του στον σουηδικό Τύπο, που δημοσιεύθηκε στη Le Monde, ανέφερε: «Πάντα απέρριπτα τις επίσημες τιμές». Αυτή η στάση του Σαρτρ προήλθε από την πίστη ότι οι συγγραφείς πρέπει να χρησιμοποιούν τον γραπτό λόγο ως μοναδικό μέσο έκφρασης και ότι οι εξωτερικές τιμές επιβάλλουν πίεση στους αναγνώστες του.
Εκτός από την επιστολή του, ανέφερε επίσης την προηγούμενη άρνησή του να εισέλθει στη Λεγεώνα της Τιμής το 1945 για παρόμοιους λόγους. Σε ντοκιμαντέρ του 1976, ο Σαρτρ εξήγησε ότι η αποδοχή του Νόμπελ σε μια πολιτικοποιημένη σημασιολογική ερμηνεία του θα σήμαινε σε μεγάλο βαθμό συγχώρεση από το αστικό κατεστημένο για τα «λάθη του παρελθόντος» του.
Ο Σαρτρ υπήρξε μοναδικός συγγραφέας που απέρριψε το Νόμπελ οικειοθελώς, σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις γνωστών προσώπων που αναγκάστηκαν να το πράξουν υπό πίεση. Όπως σε αρκετές περιπτώσεις στο παρελθόν, οι γνωστές απαρνήσεις των βραβείων προήλθαν από εξωτερικούς παράγοντες, όπως η πολιτική καταπίεση.
Μάλιστα, φίλοι του τον παρότρυναν να αποδεχθεί το βραβείο, αλλά φαίνεται ότι δεν υπήρχε καμία ένδειξη ότι θα αλλάξει γνώμη. Ο εκδοτικός οίκος Gallimard, εκπρόσωπος του Σαρτρ, δήλωσε ότι η απόφασή του βασίζεται σε αρχές και ότι ποτέ δεν θα δεχόταν κανένα βραβείο, ανεξαρτήτως αξίας ή βαρύτητας».
Πηγή: tanea.gr