
Η ροζ κοκαΐνη, ένα σύνολο ναρκωτικών που συνήθως περιλαμβάνει μεθαμφεταμίνη, κεταμίνη και MDMA (έκσταση), έχει γίνει γνωστή ως το ναρκωτικό που κυριαρχεί στα πάρτι. Αυτή η κοκαΐνη, που ονομάζεται επίσης tusi ή tuci, περιέχει χρωστικές τροφίμων που της δίνουν το χαρακτηριστικό ροζ χρώμα και μερικές φορές αρωματικές προσθήκες φράουλας.
Κατά την πρόσφατη αναφορά θανάτου του πρώην τραγουδιστή των One Direction, Λίαμ Πέιν, βρέθηκε ότι είχε ανιχνευθεί ροζ κοκαΐνη στον οργανισμό του, γεγονός που έχει προκαλέσει νέες εκκλήσεις για αυξημένη προσοχή στους κινδύνους που συνεπάγεται αυτή η ουσία για τους χρήστες. Οι επιδράσεις της μπορεί να είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες, καθώς μπορεί να προκαλέσει «παραισθήσεις» και εναλλαγές της διάθεσης, όπως αναφέρουν τα Κέντρα Θεραπείας Εθισμού του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το ναρκωτικό εμφανίστηκε για πρώτη φορά στους δρόμους της Κολομβίας γύρω στο 2010 και από τότε έχει εξαπλωθεί σε χώρες της Λατινικής Αμερικής όπως η Αργεντινή και η Βενεζουέλα και έχει αποκτήσει δημοτικότητα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα στην Ισπανία. Σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ για τα ναρκωτικά δημοσιευμένη το 2022, η ροζ κοκαΐνη έχει εντοπιστεί και σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και ο Καναδάς.
Η ροζ κοκαΐνη παρασκευάζεται συνήθως σε μορφή χαπιού ή σκόνης που σνιφάρεται, ενώ σπανίως χορηγείται ενέσιμα. Είναι εύκολη η υπερβολική δόση από αυτήν, ενώ η μακροχρόνια χρήση της συνδέεται με σοβαρές επιπλοκές όπως καρδιακές προσβολές, υψηλή αρτηριακή πίεση και ψυχικές διαταραχές.
Σύμφωνα με τον Guardian, η ροζ κοκαΐνη προσφέρει έναν ιδιαίτερο συνδυασμό διεγερτικών και παραισθησιογόνων επιδράσεων, γεγονός που την καθιστά ιδιαίτερα ελκυστική στους χορευτές και τους clubbers, οι οποίοι αναζητούν ευφορία και ενισχυμένη αισθητηριακή αντίληψη. Το ναρκωτικό επηρεάζει τη συμπεριφορά και την ψυχική υγεία των χρηστών, ευνοώντας την ανάπτυξη εθισμού και σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων.
Πηγή: tanea.gr