«Αυτή η πολυτάραχη ζωή, έχει τα δικά της μυστικά και τις αντιφάσεις της. Σε κάθε στάδιο της, η Σοφία Βέμπο αναδείχθηκε ως ένα σπάνιο φαινόμενο της ελληνικής μουσικής και πολιτιστικής παράδοσης. Γεννημένη στις 10 Φεβρουαρίου 1910 στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης, υπηρέτησε τη χώρα της με όλη της την καρδιά και τον ταλέντο της, επισημαίνοντας τη σημασία της φωνής ως όπλο σε εποχές δύσκολες. Αρχικά, εργάστηκε ως ταμίας σε ζαχαροπλαστείο στον Βόλο, αλλά σύντομα το κάλεσμα του θεάτρου την παρέσυρε σε έναν κόσμο γεμάτο παθός και φως.
Η Βέμπο έκανε το ντεμπούτο της στο θέατρο και γρήγορα καθιερώθηκε, μεταμορφώνοντας το όνομά της σε μύθο. Το 1933, η συμμετοχή της σε παραστάσεις και δισκογραφίες την καθιστά κορυφαία εκπρόσωπο του ελαφρολαϊκού τραγουδιού. Η προπολεμική της δισκογραφία περιλάμβανε επιτυχίες που αγκαλιάστηκαν από τον ελληνικό λαό, με τραγούδια όπως «Τσιγγάνα» και «Η Ψαροπούλα». Στις 28 Οκτωβρίου 1940, όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος, η φωνή της Σοφίας Βέμπο έγινε η φωνή της ελπίδας και της αντίστασης.
Η Βέμπο έδωσε νόημα στη ζωή των στρατιωτών και των οικογενειών τους. Το διάσημο τραγούδι της «Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά» αντήχησε στους αιθέρες, γινόμενο σύμβολο του εθνικού φρονήματος. Με το «Κορόιδο Μουσολίνι», προσέφερε στους Έλληνες τη δύναμη να επιμείνουν. Απροσδόκητες επιθέσεις από τους εχθρούς της δεν μπορούν να τη σταματήσουν. Αρνούμενη να υποταχθεί, συνεχίζει να προβαίνει σε δημόσιες εμφανίσεις και μουσικές παραστάσεις, προσφέροντας τα έσοδα στους στρατιώτες.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, η Βέμπο έγινε πηγή δύναμης και εθνικής υπερηφάνειας. Μετά την ήττα της Ελλάδας, η ζωή της υπήρξε γεμάτη περιπέτειες. Μεταμφιεσμένη, διέφυγε στη Μέση Ανατολή όπου συνέχισε το έργο της. Τα τραγούδια της συγκέντρωναν εκατοντάδες στρατιώτες, προσδίδοντάς τους θάρρος και ελπίδα.
Η Βέμπο, αν και διάσημη, είχε ένα tumultuous προσωπικό ζήτημα, καθώς οι σχέσεις της με τον Μίμη Τραϊφόρο, έναν από τους πιο σημαντικούς συνεργάτες και εραστές της, συχνά επηρεάζονταν από ζήλιες και προβλήματα. Ο γάμος τους καθυστέρησε, αλλά η έντονη καλλιτεχνική τους συνεργασία συνέβαλε στη διαχρονικότητα του έργου τους. Με τη δύναμη του έρωτα και της τέχνης, έπλεξαν την ιστορία τους σε μια εποχή που άλλαξε τη μοίρα ενός ολόκληρου έθνους.
Η ζωή της Σοφίας Βέμπο, ένα μωσαϊκό καλλιτεχνικών θριάμβων και ανθρώπινων δοκιμασιών, έφερνε κοντά θεατές και ακροατές, συνδεδεμένες με τον ελληνικό αγώνα και την πολιτιστική κληρονομιά. Αφήνει πίσω της ένα ισχυρό κληροδότημα, πεθαίνοντας στις 11 Μαρτίου 1978, με την κηδεία της να φανερώνει την απέραντη αγάπη και το σεβασμό του κόσμου προς το πρόσωπό της. Ο Τραϊφόρος, που παραμένοντας πιστός στη μνήμη της, μερίμνησε για τη διατήρηση της κληρονομιάς της, φανέρωσε έτσι την ακατάλυτη σχέση τους και τη σημασία της Βέμπο στη ζωή της εποχής της.
Πηγή: tanea.gr