Η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης παρουσιάζει ασάφειες και αντιφάσεις. Στη διάρκεια πρόσφατης ενημέρωσης από το ΥΠΕΞ προς βουλευτές της ΝΔ, φαίνεται να αναφέρθηκε ότι πριν αναλάβει τα καθήκοντά του, το Κυπριακό δεν ήταν στην ατζέντα του ΟΗΕ. Αυτή η δήλωση φαίνεται να είχε στόχο τον προκάτοχό του, αν και πολλοί ίσως έχουν ξεχάσει ότι ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης ήταν ο πρώτος Ελληνας πρωθυπουργός που δεν έκανε καμία αναφορά στο Κυπριακό κατά την πρώτη του ομιλία στη Γ.Σ. του ΟΗΕ το 2019.
Δεν υπάρχουν σαφείς και διακριτές γραμμές απέναντι στην Τουρκία και η κυβερνητική αντίδραση σε παραβιάσεις είναι κυρίως επικοινωνιακή, εστιασμένη στο εσωτερικό. Φαίνεται ότι το Ορούτς Ρέις ήρθε από την τύχη στην ΑΟΖ μας, ενώ η πρόσφατη αμφισβήτηση των δικαιωμάτων μας στην Κάσο από τουρκικό πολεμικό πλοίο αγνοήθηκε ουσιαστικά. Υπό τις παρούσες συνθήκες, είναι δύσκολο να κατανοηθεί η ξαφνική δραστηριότητα γύρω από το συνυποσχετικό για τη Χάγη. Μέχρι τώρα, ο κ. Μητσοτάκης είχε αποφύγει οποιαδήποτε πρωτοβουλία όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά, εκτός από την βραχύχρονη αναζήτηση ήσυχων νερών, πιθανότατα λόγω του ενδεχόμενου πολιτικού κόστους.
Η πίεση από διεθνείς παράγοντες, που θα μπορούσε να εξηγήσει αλλαγές στην πολιτική, δεν είναι πιθανή αυτή τη στιγμή, καθώς ο Τζο Μπάιντεν δεν έχει τη δυνατότητα να εστιάσει στα ελληνοτουρκικά τις τελευταίες ημέρες της προεδρίας του. Δεν γνωρίζω την απάντηση σε αυτό το ερώτημα και, όπως φαίνεται, δεν έχει σημασία. Ωστόσο, τα προοδευτικά κόμματα θα πρέπει να δείξουν την υποστήριξή τους στην εθνική στρατηγική της προσφυγής στη Χάγη για την οριοθέτηση των θαλάσσιων οικονομικών ζωνών, η οποία έχει διαμορφωθεί από το 1975.
Επιπλέον, μετά την υπογραφή της δήλωσης από τη χώρα μας στο Διεθνές Δικαστήριο τον Ιανουάριο του 2015, ζητήματα εθνικής κυριαρχίας δεν βρίσκονται υπό τη δικαιοδοσία του. Είναι απαραίτητο να μην δοθεί λευκή κάρτα στον κ. Μητσοτάκη, και τα κόμματα πρέπει να απαιτήσουν εμπιστευτική ενημέρωση από την κυβέρνηση για όλες τις φάσεις της διαπραγμάτευσης, ιδίως για τη σύνταξη του συνυποσχετικού. Η διαδικασία δεν θα πρέπει να επιτραπεί να εκτραπεί ή να παραμείνει στο επικοινωνιακό επίπεδο.
Η κύρια δοκιμασία θα είναι η ενημέρωση του ελληνικού λαού, ο οποίος είναι ήδη εκτεθειμένος σε εθνικιστικές δυνάμεις που έχουν συκοφαντήσει και υπονομεύσει τη Συμφωνία των Πρεσπών. Η εμπιστοσύνη στη διεθνή δικαιοσύνη, στη βάση μιας διαμορφωμένης εθνικής πολιτικής, δεν μπορεί να θεωρηθεί μειοδοσία. Αντίθετα, η υπονόμευση αυτής της πολιτικής είναι αντεθνική και αντιλαϊκή.
Πηγή: tanea.gr